Total Pageviews

Wednesday, May 27, 2015

Ταξίδι στα Κύθηρα

Από την ομώνυμη ταινία του Αγγελόπουλου,ο'τι για μένα αξίζει είναι η ατάκα του Παπαγιαννόπουλου: "χάσαμε κι οι δυο"!
Ασφαλώς έτσι είναι.Σε έναν εμφύλιο πόλεμο δεν υπάρχουν νικητές.Αυτό το μήνυμα θα έπρεπε να διαχέεται σε ολόκληρη την ταινία,όπως ακριβώς η συγκινητική κραυγή του Αλέξανδρου Ζαούση στον επίλογο του έργου του "Η Τραγική Αναμέτρηση": "ποτέ ξανά"!
Δεν είμαι βέβαιος πως περνάει αυτό το μήνυμα το "Ταξίδι" του Τεό. Τουλάχιστον δεν αποκόμισα αυτή την αίσθηση.Στο έργο,ο πολιτικός εξόριστος (έξοχος Μάνος Κατράκης) επιστρέφει μετά από 32 χρόνια στην πατρίδα,αλλά κουβαλάει μαζί του το παρελθόν και τις εμμονές του.Πέρα απ'τις λυρικές στιγμές,με τη βαθιά υπαρξιακή αναφορά (ο χορός του Κατράκη στο νεκροταφείο με τους νεκρούς συντρόφους και βέβαια,το φινάλε με τη σχεδία να χάνεται στο πέλαγος),στην ταινία υπάρχουν οι ιδεολογικές υπομνήσεις που -για μένα- ακυρώνουν την αναγκαία υπαρξιακή ουδετερότητα.Η αγωνία δηλαδή του ατόμου,είναι μια αγωνία ιδεολογικά στρατευμένη,όχι μια αγωνία που αγκαλιάζει ολόκληρη την υπαρξιακή κραυγή του ανθρώπου.Το σβήσιμο του Κατράκη στο πέλαγος,ενώ θα μπορούσε να συμβολίσει τον εναγκαλισμό του ανθρώπου με το άγνωστο άπειρο που τον περιβάλλει,μοιάζει να χάνει τη μεταφορική του δύναμη και να στοιχειοθετεί το μοιραίο επίλογο του αμετανόητου δογματικού.
Ο Κατράκης σε όλη την ταινία δε δείχνει ίχνος αυτοκριτικής διάθεσης-πόσο μάλλον μεταμέλειας.
Ο ιδεολογικός του αντίπαλος Παπαγιαννόπουλος αντίθετα,δείχνει να έχει περάσει ακόμη πιο μακριά απ'τη μεταμέλεια,στην ενοχή.
Αυτή η αντίφαση είναι σημειολογικά σημαντική,γιατί αποκαλύπτει την υπόρρητη οπτική του σκηνοθέτη,αυτή την αντίληψη που εμποδίζει την ουσιαστική συμφιλίωση: την άποψη δηλαδή πως "χάσαμε κι οι δυο",επειδή ηττήθηκε η παράταξη του Κατράκη ενώ-δήθεν-αν συνέβαινε το αντίθετο,δε θα "χάναμε".
Αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική: χάσαμε κι οι δυο,γιατί ο εμφύλιος σκοτώνει τον ανθό του έθνους,καταστρέφει τις υποδομές της οικονομίας και διχάζει το σώμα της κοινωνίας για δεκαετίες.Δηλητηριάζει την κοινωνική ζωή,εμποδίζει τον εκδημοκρατισμό της Πολιτείας,καλλιεργεί στερεότυπα μίσους αντί για κλίμα αλληλεγγύης και συναδέλφωσης.Χάσαμε κι οι δυο εξ αιτίας όλων αυτών και εξ αιτίας των μεταπολεμικών πολιτικών διακρίσεων και διώξεων που εφάρμοσαν οι νικητές,ναι! Αλλά,αν η κατάληξή του ήταν διαφορετική,θα χάναμε περισσότερο: η χώρα θα προσδένονταν στο σοβιετικό μπλοκ,η δημοκρατία θα καταργούνταν σε κάθε επίπεδο,η οικονομία θα καρκινοβατούσε για δεκαετίες και στην κοινωνία θα εμπεδώνονταν αντιλήψεις στρατωνισμού,αλληλοπαρακολούθησης,γενικευμένης δυσπιστίας,φόβου και αυτοαναφορικότητας..Αυτό συνέβη σε κάθε χώρα που είχε αυτή τη μοίρα και δεν έχουμε καμία ένδειξη να υποθέσουμε πως στη δική μας τα πράγματα θα εξελίσσονταν διαφορετικά.
Χάσαμε κι οι δυο λοιπόν Τεό,αλλά μπορούσαμε να χάσουμε και περισσότερο!
Αυτή η διαπίστωση,είναι αναγκαίο να γίνει εκατέρωθεν,γιατί αν αποδεχτούμε τη συλλογιστική του σκηνοθέτη,εισερχόμαστε στο χώρο της -ιστορικά αναπόδεικτης- δήθεν χαμένης ευκαιρίας και καλλιεργούμε,αντί συναδέλφωσης,κλίμα ρεβανσισμού. Και η ιστορική ρεβάνς αποκλείει εξ ορισμού το αναγκαίο "ποτέ ξανά"!

Αυτές οι διαπιστώσεις,έρχονται πια εκ των υστέρων μια και η ταινία γυρίστηκε πριν από τριάντα χρόνια.Λυπάμαι όμως που οι πολιτικές εξελίξεις μοιάζουν να τις επιβεβαιώνουν,τουλάχιστον σε επίπεδο κλίματος και κοινωνικής οξύτητας.

Υπάρχει βέβαια κι ένα άλλο ταξίδι στα Κύθηρα.
Αυτό που ονειρεύεται ο αφηρημένος τραπεζικός υπάλληλος Κλεό (Τάκης Χορν),καθώς χαζεύει τον ομώνυμο πίνακα του Watteau στο υποκατάστημα της τράπεζας.Ο Κλεό ονειρεύεται ο'τι κάθε άνθρωπος: ευδαίμονα βίο! Το ίδιο ασφαλώς ονειρεύεται κι ο Σπύρος (Κατράκης) μόνο που το αναζητά με διαφορετικές μεθόδους.Ο Κλεό,αντίθετα,είναι απόλυτα αστός: συνεπής μέχρι κεραίας στην εργασία του,ευγενής με τους συναδέλφους,προσαρμοσμένος στις νόρμες λειτουργίας της τράπεζας.Η φαντασίωση της ευδαιμονίας και οι ονειροπολήσεις,αποτελούν ένα αναγκαίο ψυχολογικό καταφύγιο,δίχως να διαταράσσουν την καθημερινότητα.Ως τη στιγμή βέβαια,που όλα ανατρέπονται από τον υπέρτατο πειρασμό:η γοητευτική Μιμπή (Υβόν Σανσόν) είναι το ένσαρκο πλέον -και όχι αφηρημένο- όνειρο. Το λογιστικό λάθος η προϋπόθεση εκπλήρωσής του.Ο αλαζόνας διευθυντής (Χρήστος Τσαγανέας),το αναγκαίο περιβαλλοντικό ερέθισμα για να παραμεριστούν και οι τελευταίοι ηθικοί ενδοιασμοί: "και βούτηξες τα λεφτά",όπως λέει γλαφυρά ο Αυλωνίτης.
Πίσω από τη φαινομενικά κοινότοπη ιστορία,υπάρχουν αξιοσημείωτες υπαρξιακές αναφορές: ο προαιώνιος θηλυκός πειρασμός, ο άντρας που ενδίδει πουλάει την ψυχή του προδίδοντας τις αρχές του, η λάμψη της ματαιοδοξίας,το αγωνιώδες αίτημα του carpe diem ("μια ζωή την έχουμε"),η προδοσία των φίλων (αλλά και η ανέλπιστη φιλία με το δεσμοφύλακα),η τύχη ως μοιραίος αστάθμητος παράγοντας στ'ανθρώπινα σχέδια και,τέλος,η πικρή διαπίστωση πριν τη φυγή: "δεν υπάρχουν τα Κύθηρα,Μανώλη"!
Μια ηθογραφία εποχής,αστικού τύπου ασφαλώς,αλλά με ανενδοίαστη υπονόμευση της ματαιοδοξίας της αστικής τάξης και ηθική απαξίωση των απεχθών εκπροσώπων της (ο μαυραγορίτης,"πλουτίσας επί κατοχής" Παπαγιαννόπουλος).Και ένα έργο,με άμεση αναφορά στο αξιακό υπόβαθρο του καθημερινού ανθρώπου: από τον Κλεό,στο δεσμοφύλακα,ο άνθρωπος δεν παύει ποτέ να εκπλήσσει με το ατομικό του ηθικό στοιχείο και την απρόβλεπτη δράση του,προϊόν της ελευθερίας του.
Εκτός από τα σκηνοθετικά στοιχεία,αυτό ίσως συνιστά και τη μεγαλύτερη διαφοροποίηση του Τζαβέλλα απ'τον Τεό: ο Σπύρος (Κατράκης) περιφέρεται εντός του ιδεολογικού του πλαισίου,ο Κλεό δε διστάζει να το υπερβεί. Ο Σπύρος,ακόμη κι όταν αντιφάσκει (όταν έρχεται σε αντίθεση με το χωριό για την πώληση της γης,υπερασπιζόμενος...την ατομική του ιδιοκτησία) το κάνει με το φωτοστέφανο της ιδεολογικής συνέπειας.Ο Κλεό ,γνωρίζει ακριβώς πότε διαπράττει το ατόπημα και αποδέχεται την ατομική ευθύνη της επιλογής του,δίχως να ζητά "τον έπαινο του Δήμου".

Και στις δυο ταινίες,το φινάλε υιοθετεί το μοτίβο της φυγής.
Μόνο που στην περίπτωση του Αγγελόπουλου,η φυγή ταυτίζεται με τη συντριβή ενώ,ο Τζαβέλλας την εμφανίζει ως διέξοδο.Συνυπολογίζοντας και τον προορισμό,το πλοίο για την Αμερική,είναι υπόσχεση ελευθερίας.
Και στις δυο ταινίες,υπάρχει ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος,αυτός ο έξοχος,μεγάλος ηθοποιός,που έζησε και έφυγε μόνος.
Και στις δύο ταινίες τέλος,υπάρχουν τα Κύθηρα ως συμβολισμός: το ταξίδι στη γη της ανεμελιάς,η δραπέτευση σ'έναν κόσμο ευδαιμονίας και απολαύσεων,μακριά απ'το άχθος της καθημερινότητας.Αυτή η ονειρική φαντασίωση,είναι η αισθητική προϋπόθεση των μεγάλων ιδεολογικών και θρησκευτικών ουτοπιών: ένας άλλος κόσμος,καλύτερος μας περιμένει...

Φυσικά,εναπόκειται στον καθένα να οραματιστεί τα δικά του Κύθηρα ή και ν'αποφασίσει πως "δεν υπάρχουν Κύθηρα".Η επιλογή,είναι απόλυτα ατομική,απόλυτα σεβαστή.Υποθέτω πως εγώ, ακόμη την αναζητώ.
Ο Λάμπρος Πορφύρας,έδωσε μια γλαφυρή περιγραφή του ταξιδιού.Το ποίημα αυτό το αγαπούσαν δυο παλιοί δικηγόροι της Λευκάδας και το απήγγειλαν σε κάθε ευκαιρία.Έχουν από καιρό φύγει για το μεγάλο ταξίδι.
Ο ένας ήταν μπον βιβέρ,ψαροντουφεκάς και ποιητής.

Ο άλλος, ήταν ο πατέρας μου.


                                       -Το Ταξίδι-

'Ονειρο απίστευτο η λιόχαρη μέρα! Κι εγώ κι η Αννούλα,
λίγοι παλιοί σύντροφοι μου και κάποιες κοπέλλες μαζί,
μπήκαμε μέσα σε μια γαλήνη, μεθυσμένη βαρκούλα,
μπήκαμε μέσα και πάμε μακρυά στης χαράς το νησί.

Ούτ'ένα σύννεφο κι ούτ'ένας μαύρος καπνός στον αγέρα.
Πλάι μας στήθη ερωτιάρικα κι άσπροι χιονάτοι λαιμοί,
φως στα μαλλιά τα ξανθά, φως στο πέλαγος, φως πέρα ως πέρα.
Μα ποιος επήγε ποτέ του μακρυά στης χαράς το νησί;

Ω! τι με νοιάζει κι αν πάμε ως εκεί; Τι με νοιάζει; Γελάει
όλ' η γλυκειά συντροφιά μου, γελά η θλιμένη ζωή,
στ' άπειρο μέσα κυλάμε κι η Αννούλα τρελλά τραγουδάει:
Όπου και να 'ναι μακρυά θα φανεί της χαράς το νησί...


27/5/2015

Tuesday, May 12, 2015

Σημειώσεις τριμήνου

Στην εποχή της φεουδαρχίας,οι ευγενείς ήταν κατά κανόνα υποστηρικτές του ancien regime και του βασιλικού θεσμού,στο βαθμό βέβαια που αυτός εγγυάτο τα προνόμια των οποίων απολάμβαναν (τίτλοι μεγάλης γαιοκτησίας με αποκλειστικούς δικαιούχους τους ευγενείς,κληρονομική μεταβίβαση των τίτλων και των προνομίων που συνεπάγονταν,απασχόληση δουλοπάροικων στη δούλεψη του φεουδάρχη,ο οποίος και καρπώνονταν το σύνολο της παραγόμενης εργασίας κλπ).Οι δουλοπάροικοι δεν είχαν δικαίωμα ιδιοκτησίας,δεν θεωρούνταν καν κύριοι του εαυτού τους,ανήκαν στην ιδιοκτησία του φεουδάρχη.Αφού ο εαυτός τους δεν τους ανήκε, δεν τους ανήκε ούτε το προϊόν της εργασίας τους.Στο φεουδαρχικό κόσμο,ο απλός άνθρωπος δεν είχε δικαιώματα,δε θεωρούνταν αυθύπαρκτη οντότητα άξια σεβασμού,ήταν απλώς τμήμα της ιδιοκτησίας του φεουδάρχη.
Ο τελευταίος είχε απόλυτη εξουσία πάνω του,είτε με όρους καθημερινής επιβίωσης,είτε με όρους απονομής δικαιοσύνης.Οι δουλοπάροικοι ήταν καταδικασμένοι σε μια υποτυπώδη διαβίωση ενώ,όσοι δε διέθεταν φεουδάρχη,βρίσκονταν κυριολεκτικά στο έλεος της μοίρας.

Πόσα χρόνια κράτησε η φεουδαρχική εποχή; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονολεκτική.Το βέβαιο είναι πως στον Ευρωπαϊκό χώρο διήρκεσε αιώνες ενώ,σε αρκετές περιοχές της γης εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και σήμερα (προσαρμοσμένη ασφαλώς στις συνθήκες της εποχής).
Ο όρος άλλωστε "ancien regime",υποδηλώνει τις βαθιές ρίζες της στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών.
Περισσότερο ουσιαστικό είναι το ερώτημα "τι οδήγησε στην παρακμή και εξάλειψη της φεουδαρχικής κοινωνικής οργάνωσης";
Και εδώ ασφαλώς,η απάντηση είναι πολυπαραγοντική.Υπάρχει όμως ένα ασφαλές στοιχείο,το οποίο κάθε φορά που απαντάται,οδηγεί τη φεουδαρχία σε παρακμή.Αυτό συνοπτικά μπορεί να περιγραφεί ως η έννοια της "ατομικότητας".
Η ατομικότητα δεν συνελήφθη ως έννοια εκ του μηδενός. Υπήρξε μάλλον το αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης διαδικασίας στην εξέλιξη της ανθρώπινης νόησης. Επιγραμματικά,αν μπορούσαμε να περιγράψουμε κάποια σημεία σταθμούς στη διαδικασία αυτή,σίγουρα θα έπρεπε σ αυτα να περιλάβουμε:
-Τη θρησκεύτικη Μεταρρύθμιση του Λούθηρου : ανεξάρτητα από την ιστορική της πορεία και τις ποικίλες εκφράσεις του προτεσταντισμού, υπήρξε θεμελιώδης πράξη αμφισβήτησης του Παπικού Πρωτείου. Αμφισβήτησης δηλαδή της ex cathedra αυθεντίας,της υποταγής των ανθρώπων άνευ όρων και άνευ κριτικής,στα Διατάγματα μιας ανώτερης αρχής. Αμφισβήτηση επιπλέον της "θεϊκής νομιμοποίησης" αυτής της Αρχής και κατά συνέπεια όσων αυτή επικύρωνε σε πολιτικό επίπεδο (τη στέψη του Μονάρχη ως "ελέω Θεού" εκπροσώπου επί της γης). Ήταν το πρώτο πλήγμα στην αντίληψη της άνωθεν πορευόμενης μοναδικής αλήθειας, η αναγκαία προϋπόθεση για τη γέννηση της ατομικής κρίσης,της ατομικής επιλογής (και της ατομικής ευθύνης), του αιτήματος κάθε ανθρώπου να αναζητά τις δικές του αρχές και να ζει με αυτές!
-Τον Ουμανισμό της Αναγέννησης: συμπλήρωμα της Μεταρρύθμισης σε αισθητικό επίπεδο ή μάλλον, αναγκαία αισθητική έκφραση του νοητικού αιτήματος της Μεταρρύθμισης. Ο εκδικητής Θεός της Π.Διαθηκης που θεμελίωνε την εξουσία του στο φόβο έπαψε να αποτελεί αγαπημένο θέμα απεικόνισης. Τη θέση του πήρε η μητέρα του Θεού της αγάπης. Η Madonna υπήρξε η αγαπημένη μορφή της Αναγέννησης. Ένας Θεός ενσαρκωμένος από ανθρώπινη μάνα,όπως όλοι οι άνθρωποι,ένας Θεός θνητός όπως οι άνθρωποι,ένας Θεός πράος,ταπεινός και φτωχός,που κήρυττε την ανάγκη για προσφορά και αλληλεγγύη, πάνω απ΄όλα ένας Θεός που έβρισκε προσωρινό καταφύγιο στην αγκαλιά της μητέρας του,όπως όλοι μας κάποια στιγμή έχουμε κάνει,ήταν ένας Θεός πιο κοντά στο μέτρο του ανθρώπου. Ταυτόχρονα,ήταν κι ένας Θεός με ατομική ιστορία πάνω στη γη,μια σαφής ενσάρκωση της ατομικότητας και της υπαρξιακής αγωνίας που κάθε άνθρωπος κουβαλάει στη σύντομη γήινη περιπέτεια του.
-Τη γέννηση της αστικής τάξης ,ως ομάδας ανθρώπων που εξέφρασε στην αρτιότερη μορφή του,το αίτημα για ατομική επιλογή της ζωής και ανεξαρτησία από τη θεσμική αυθαιρεσία των αρχόντων. Η αστική αντίληψη ζωής,είναι φυσικά κάτι πολύ ευρύτερο από την οικονομική ευμάρεια που επιφέρουν οι εμπορικές συναλλαγές και η επιτυχής επινοητικότητα του επιχειρείν. Πρόκειται για εκείνη ακριβώς τη διαδικασία αυτοπροσδιορισμού που πραγματοποιείται μέσα στον αστικό ιστό των οικονομικά αναπτυσσόμενων πόλεων,υπό την αλληλεπίδραση ανθρώπων με διαφορετικές κουλτούρες,ήθη και αντιλήψεις, οι οποίοι όμως συν-εργάζονται για να βελτιώσουν αμοιβαία τους όρους της ζωής τους. Με λίγα λόγια,τον αστικό κοσμοπολιτισμό,ως μορφή καλοπροαίρετου ουνιβερσαλισμού. Ο ουμανισμός της αναγέννησης,διασχίζει με το εμπόριο τα μήκη και πλάτη της γης και γίνεται παγκόσμιο αίτημα της ανθρωπότητας!
Πρόκειται αναμφίβολα,για συναρπαστική εξέλιξη!


Η Ιστορία βέβαια,δεν υπόκειται σε κάποιον ντετερμινισμό διαρκούς προόδου.Συχνότατα υπάρχουν περίοδοι στασιμότητας ή και οπισθοδρόμησης.Σε ό'τι έχει να κάνει με τη φεουδαρχική αντίληψη,μπορεί κανείς να παρατηρήσει τη διατήρησή της υπό διάφορες μορφές ακόμη και σήμερα. Σε χώρες μη κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (αρκετά Αφρικανικά και Ασιατικά καθεστώτα) επιβιώνει υπό την καθαρή της μορφή.Σε χώρες ολιγαρχικής αντίληψης ή νόθας δημοκρατίας (Ρωσία) επιβιώνει ως κάστα ευνοουμένων του καθεστώτος. Στις χώρες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας (Ευρώπη,Β.Αμερική) η φεουδαρχική αντίληψη έχει επιβιώσει χάρις στο ευφυέστερο κοινωνικό καμουφλάζ: ως συνδικαλιστικό προνόμιο!

Διαβάζοντας για παράδειγμα,τη συνέντευξη του Κ.Λουράντου (πρόεδρος του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου) http://www.tovima.gr/society/article/?aid=685048 μπορεί κανείς να επισημάνει αρκετά πράγματα.Εκείνο που είναι καταφανώς ορατό,είναι η έκκληση του προέδρου μιας επαγγελματικής συντεχνίας προς τον "ανώτατο άρχοντα" (απευθείας προς τον πρωθυπουργό,η θεσμική διαδικασία έχει προσφυώς παρακαμφθεί ως χρονοτριβή),να παρέμβει προς όφελος των συμφερόντων της. Φυσικά,το άλλοθι εξακολουθεί να υφίσταται,το ονομάζει ο πρόεδρος "υγεία του κοινωνικού συνόλου",υπέρ αυτής διακηρύσσει πως αγωνίζεται,αρνείται πεισματικά τον τίτλο του ιδιοτελούς χρησιμοθήρα!
Οι προτάσεις όμως του προέδρου,εφαρμοζόμενες,ενώ είναι αμφίβολο κατά πόσον προασπίζουν τη δημόσια υγεία,είναι απολύτως βέβαιο πως επαυξάνουν τα κέρδη του κλάδου του και ταυτόχρονα τον προφυλάσσουν από την έκθεσή του στον ανταγωνισμό.
Η ίδια αντίληψη,το ίδιο αίτημα "προστασίας έναντι του ανταγωνισμού",διέπει και άλλους επαγγελματικούς κλάδους: αυτοκινητιστές,καθηγητές πανεπιστημίων,δάσκαλους οδήγησης,ιατρούς του ΙΚΑ,ναυτεργάτες και βέβαια,τους υπέρτατους ίσως των φεουδαρχών,συμβολαιογράφους!
Συντεχνίες ολόκληρες,οι οποίες εισοδηματικά ανήκουν κατά τεκμήριο στα μεσαία προς υψηλά αμειβόμενα στρώματα του πληθυσμού,μάχονται απεγνωσμένα να συντηρήσουν τα φεουδαρχικού τύπου προνόμιά τους: αποκλειστικότητα παροχής υπηρεσίας,αποκλεισμό κάθε άλλου ανταγωνιστή από αυτήν,δικαίωμα κληροδότησης (!) του τίτλου κλπ...
Αυτού του είδους οι πρακτικές,οδηγούν σε συγκεκριμένες οικονομικές επιπτώσεις: παροχές υπηρεσιών υψηλού κόστους,σπατάλη χρόνου/κεφαλαίου,αποεπένδυση,αύξηση της ανεργίας.
Είναι κατανοητό φυσικά,για οποιονδήποτε απολαμβάνει μιας προνομιακής θέσης,να επιζητά προστασία έναντι του ανταγωνισμού: κανείς δε διαλέγει τη δύσκολη κερδοφορία,όταν μπορεί να επιλέξει την εύκολη.Εκείνο το οποίο αρνείται να δει,είναι πως η οικονομική πρόοδος-όπως εναργώς απέδειξε ο Bastiat- δε συνίσταται στην ύπαρξη υψηλών ονομαστικών εισοδημάτων (άλλωστε τα τεχνητά δημιουργημένα υψηλά εισοδήματα προάγουν τον πληθωρισμό και εξουδετερώνουν την αγοραστική ισχύ του νομίσματος).Συνίσταται αντίθετα,στη διαρκή μείωση του κόστους των παραγόμενων αγαθών και προσφερόμενων υπηρεσιών,ώστε αγαθά και υπηρεσίες να γίνονται προσιτά σε ένα διαρκώς μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.
Αυτήν όμως τη διαδικασία,μόνο ο ελεύθερος ανταγωνισμός μπορεί να καταστήσει εφικτή.
Ακριβώς δε τη λειτουργία του ελεύθερου ανταγωνισμού,είναι που αναιρούν τα πάσης φύσεως προνόμια των κλειστών επαγγελμάτων.
Κατ'απόλυτη αντιστοιχία προς την παρεμπόδιση του ελεύθερου εμπορίου από τους γαιοκτήμονες φεουδάρχες και λοιπούς αριστοκράτες της γης.
Το 19ο αιώνα,αυτή η αντίληψη εμπορικού προστατευτισμού,υλοποιήθηκε από τις κυβερνήσεις ως μερκαντιλισμός.
Τον 21ο αιώνα,στην Ελλάδα,είναι ο αντίστοιχης φιλοσοφίας συντεχνιακός προσοδοθηρισμός που επιχειρεί κάτι αντίστοιχο.
Ως "κορπορατισμός" νοείται η πρακτική της διασύνδεσης πολιτικής εξουσίας και συντεχνιών επ' αμοιβαίω όφελος: η πολιτική εξουσία εγγυάται τα συντεχνιακά προνόμια και οι συντεχνίες σε αντάλλαγμα,παρέχουν την πολιτική και εκλογική τους υποστήριξη. Φυσικά το λογαριασμό,τον πληρώνουν οι υπόλοιποι πολίτες.
Στη χώρα μας το σύστημα του κορπορατισμού λειτούργησε λίγο-πολύ επαρκώς,όσο υπήρχαν οι αναγκαίες πιστώσεις για να το στηρίξουν,γνώρισε στιγμές δόξας αμέσως μετά την είσοδό μας στην ευρωζώνη και την αθρόα παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων που ακολούθησε,αλλά πλέον αδυνατεί να λειτουργήσει από τη στιγμή που είμαστε αποκλεισμένοι από τις αγορές και άρα δεν έχουμε πρόσβαση σε δάνεια. Κατά λογική συνέπεια,η πελατειακή συναλλαγή με τα κόμματα εξουσίας,λειτουργούσε επί εποχής πιστώσεων,αλλά κατέστη αδύνατη από την περίοδο της κρίσης και μετά.

Η εξέλιξη,από τη στιγμή που τα νέα δεδομένα επέβαλλαν προσαρμογές,υπήρξε ενδιαφέρουσα.
Επικράτησε η αφήγηση της συνωμοσίας του παγκόσμιου κεφαλαίου,σε βάρος των "τίμια εργαζομένων επαγγελματιών".Η Ελληνική μεσοαστική τάξη η οποία λίγο-πολύ λειτουργούσε προσοδοθηρικά και με λογικές "corpus",αρνήθηκε πεισματικά την προσαρμογή.Αντί της γενναίας υιοθέτησης ανταγωνιστικής διάθεσης και του ανοίγματος στην παγκόσμια αγορά,προτιμήθηκαν φοβικές αντιδράσεις αυτοαναφορικότητας και υιοθετήθηκε το πνεύμα του "πατριωτικού καταναλωτισμού" κατ'αντιδιαστολή προς τα δαιμονοποιημένα "ξένα προϊόντα" που θέλουν να "μας φάνε το ψωμί"! Αυτή η οικονομικά αδιέξοδη επιλογή,συνάντησε ως απαραίτητο ψυχολογικό συμπλήρωμα,την αναβίωση της εθνικιστικής ρητορείας (ο "περιούσιος λαός που τον επιβουλεύονται"). Το ανορθολογικό αυτό κοκτέηλ εθνικοσοσιαλιστικής υφής,ανέλαβε να εκφράσει σε πολιτικό επίπεδο ο συγκερασμός των κομμάτων που κυβερνούν σήμερα τη χώρα (Συριζα/Αν.Ελ).
Η Ελληνική μεσοαστική τάξη άλλωστε,τα ανέδειξε στην κυβέρνηση και παρέχει μέχρι στιγμής την ανοχή της στο έργο (;) που έχουν ως τώρα παράξει.
Τα πεπραγμένα της νέας κυβέρνησης,όσο αδύνατον είναι να ερμηνευθούν υπό το πρίσμα μιας σύγχρονης δυτικού τύπου πολιτικής αντίληψης,τόσο ερμηνεύσιμα γίνονται μόλις κατανοηθεί το ιδεολογικό της περιεχόμενο: κράμα εθνικισμού και σοσιαλισμού με απόλυτα κορπορατιστικές οικονομικές αντιλήψεις.

Μοιραία,αρχίζει κανείς να ανησυχεί,έχοντας κατά νου τα ιστορικά προηγούμενα του μεσοπολέμου,για την κατάληξη αυτού του πολιτικού εγχειρήματος.
Κάθε πρόγνωση είναι φυσικά επισφαλής. Οι εποχές είναι διαφορετικές,το ίδιο και οι γεωστρατηγικές ισορροπίες,αλλά και το διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Πέραν αυτών,υπάρχει και ένας κατεξοχήν αστάθμητος παράγοντας εντός των τειχών: δεν είναι άλλος από τον ακραίο ατομικιστικό ωφελιμισμό της Ελληνικής μεσοαστικής τάξης.
Δε χρειάζονται επ'αυτού αυταπάτες. Το βασικό κίνητρο των Ελλήνων μεσοαστών,είναι -τα τελευταία τριάντα χρόνια- ο άκοπος πλουτισμός. Δεν υπάρχει κανενός είδους υποκείμενη παιδεία,ούτε οικονομική,ούτε κοινωνική,που να υποστηρίζει το εγχείρημα.Ο πλουτισμός οφείλει να προέρχεται από την κρατική μέριμνα,τον κομματικό πάτρωνα,την πελατειακή διασύνδεση. Αυτός ο ανερμάτιστος εσμός,δεν υπακούει φυσικά σε έλλογα επιχειρήματα,κινείται ενστικτωδώς και προσκολλάται ευκαιριακά προς όποιο σχηματισμό θεωρεί ότι θα τον εξυπηρετήσει ευχερέστερα.
Αφ'ης στιγμής,βαθύτερο ιδεολογικό έρμα δεν υπάρχει,πίσω από τη φαινομενική σύμπνοια,ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της έκρηξης,αν οι Έλληνες μεσοαστοί αντιληφθούν πως ο "κεκτημένος τρόπος ζωής τους" απειλείται με εξαφάνιση.

Αυτός ακριβώς ο παράγοντας,επειδή ακριβώς είναι ο πλέον αστάθμητος,καθιστά παρακινδυνευμένη κάθε πρόβλεψη!
Και η ζωή συνεχίζεται...


(Στη φωτογραφία το Balmoral Castle στη Σκωτία: για φεουδάρχες υψηλής αισθητικής...)


12/5/2015