Total Pageviews

Sunday, April 28, 2013

Η "γενική θεωρία" του Κέυνς

Ο ακριβής τίτλος είναι "Η γενική θεωρία της απασχόλησης του τόκου και του χρήματος" και πρόκειται για το έργο που επηρέασε ίσως όσο κανένα άλλο την οικονομική πολιτική της μεταπολεμικής Ευρώπης (εννοώ των χωρών που δεν ανήκαν στο στρατόπεδο του υπαρκτού σοσιαλισμού).
Ο συγγραφέας του, John Μaynard Keynes (1883-1946), υπήρξε ένας απ'τους μεγαλύτερους οικονομολόγους όλων των εποχών και για πολλούς ο κορυφαίος του 20ου αιώνα
Το έργο δημοσιεύτηκε το 1936,όταν ακόμη τα αποτελέσματα του παγκόσμιου οικονομικού κραχ ήταν νωπά στο Δυτικό κόσμο.Η σοβαρότερη κοινωνική συνέπεια της κρίσης ήταν η μαζική και μακράς διαρκείας ανεργία που πυροδοτούσε κοινωνικές εντάσεις και δικαιολογημένα έθετε υπό αμφισβήτηση το μέχρι τότε φαινομενικά στέρεο οικοδόμημα του δυτικού καπιταλισμού.
Ο ίδιος ο Κέυνς παραδέχεται πως η αντιμετώπιση της ανεργίας υπήρξε βασικό κίνητρο για την παρουσίαση της γενικής θεωρίας του.

Το έργο είναι εξαιρετικά απαιτητικό και προϋποθέτει μεταξύ άλλων οικονομικές και μαθηματικές γνώσεις υψηλού επιπέδου για την επαρκή κατανόησή του.Δεν ισχυρίζομαι πως τις διαθέτω (ούτε κατά διάνοια).Ο βασικός λόγος που με ωθεί στη συγκεκριμένη, ελλειπή ασφαλώς παρουσίαση,είναι η ελπίδα πως θα αποτελέσει αφορμή γόνιμου προβληματισμού που θα υποβοηθήσει κι εμένα να διαλευκάνω ίσως τα πολλά ερωτηματικά μου.Η ανάλυση θα βασιστεί στην έκδοση "Παπαζήση" στην οποία αναφέρονται και οι σχετικές παραπομπές των σελίδων.

Ο συγγραφέας ξεκινά από μία παραδοχή εν είδει αξιώματος: "έχω πειστεί ο ίδιος για τον ψυχολογικό νόμο πως,όταν αυξάνει το εισόδημα,αυξάνεται και το χάσμα μεταξύ εισοδήματος και κατανάλωσης" (σελ.15).Πρόκειται για κρίσιμη παραδοχή η οποία επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο έργο.Ουσιαστικά μας λέει πως οι πλούσιοι ξοδεύουν/καταναλώνουν συγκριτικά λιγότερο απ'ότι οι φτωχοί.Αυτό μέχρις ενός σημείου είναι εύλογο αφού οι βασικές ανάγκες των ανθρώπων (σίτιση,ένδυση,στέγαση κλπ) δε διαφέρουν πολύ μεταξύ τους και ένας πλούσιος αναγκαστικά θα δαπανήσει μικρότερο τμήμα του εισοδήματός του για να τις καλύψει σε σχέση μ'έναν φτωχότερο.Από κάποιο σημείο και ύστερα όμως οφείλεται και στη μικρότερη ροπή προς κατανάλωση που χαρακτηρίζει τα υψηλότερα εισοδήματα ("πνεύμα οικονομίας" ή "κοινή τσιγκουνιά" ανάλογα με την οπτική απ'την οποία το βλέπουμε).

Στη σελ.33 αναφέρεται: "το πραγματικό επίπεδο απασχόλησης εξαρτάται όχι απ'την ικανότητα για παραγωγή ή το επίπεδο εισοδημάτων,αλλά από τις τρέχουσες αποφάσεις για παραγωγή που με τη σειρά τους εξαρτώνται από τις τρέχουσες αποφάσεις για επένδυση και τις παρούσες προσδοκίες κατανάλωσης".

Ο Κέυνς παραθέτει δυο θεμελιώδη αξιώματα της κλασσικής σχολής:
1) Ο μισθός ισούται με το οριακό προϊόν της εργασίας και
2) Για δεδομένο όγκο απασχόλησης,η χρησιμότητα του μισθού ισούται προς την οριακή δυσαρέσκεια του συγκεκριμένου όγκου απασχόλησης.
Ενώ για το (1) δεν προβάλλει ιδιαίτερες αντιρρήσεις ,σε ό'τι αφορά το (2),ο Κέυνς  αμφισβητεί την ισχύ του για δυο λόγους:
α) Το εργατικό δυναμικό επιδεικνύει μια ελαστική ανταπόκριση στις μεταβολές του μισθού.Μια πτώση του μισθού ή μια άνοδος των τιμών (εντός των συνηθισμένων πλαισίων) δεν μεταβάλλει την προσφορά εργατικών χεριών.
β) Δεν υφίσταται ουσιαστική διαπραγμάτευση μεταξύ εργοδοτών/εργαζομένων για τον καθορισμό του ύψους του μισθού αφού "δεν υπάρχει τρόπος με τον οποίον οι εργαζόμενοι ως σύνολο να μπορούν να τροποποιήσουν τον πραγματικό τους μισθό διαπραγματευόμενοι με τους επιχειρηματίες τον ονομαστικό τους μισθό".Αν καταλαβαίνω καλά,ο Κ ισχυρίζεται-και σωστά-πως δεν υπάρχει μέθοδος ασφαλούς αξιολόγησης του πραγματικού μισθού (δηλ.της αγοραστικής δύναμης του μισθού) από πλευράς εργαζομένων σε real time."Άλλες δυνάμεις-γράφει-καθορίζουν τους πραγματικούς μισθούς" τις οποίες και θα διερευνήσει.

Ο όγκος απασχόλησης εξαρτάται κατά τον Κέυνς από τρεις παράγοντες:
α) συνολική προσφορά εργασίας/εργατικών χεριών
β) ροπή προς κατανάλωση και
γ) όγκο επένδυσης κεφαλαίου (σελ.64)

Ο Κέυνς παραδέχεται πως "κάθε αύξηση στην απασχόληση συνεπάγεται κάποια θυσία πραγματικού εισοδήματος για εκείνους που ήδη απασχολούνται" (σελ.115).Συμπλέει εδώ με τους φιλελεύθερους αναλυτές που υποστηρίζουν πως η τάση των συνδικάτων να αντιδρούν στη μείωση του μισθού αποβαίνει σε βάρος της απασχόλησης των ανέργων.Με άλλα λόγια,αν οι εργαζόμενοι επιθυμούν να απορροφηθούν κάποιοι άνεργοι θα πρέπει να αποδεχτούν πως οι αποδοχές τους θα μειωθούν.Παρακάτω βέβαια,θα υποστηρίξει πως "είναι προτιμότερο αυτό να συμβεί με μείωση της αγοραστικής δύναμης του μισθού,παρά με ονομαστική μείωση του μισθού",διότι (σελ.290) "γνωρίζοντας την ανθρώπινη φύση και τους θεσμούς της,μόνο ένας ανόητος θα προτιμούσε μια ευέλικτη πολιτική μισθών από μια ευέλικτη πολιτική χρήματος".Σαφής διαφοροποίηση από τη φιλελεύθερη σχολή,αλλά για λόγους πολιτικής ψυχολογίας και όχι οικονομικής αρχής!

Στη σελ.117 σχολιάζει τις συνέπειες των τραπεζικών πιστώσεων: α) αυξάνουν την παραγωγή, β) αυξάνουν την αξία των προϊόντων σε όρους μονάδων μισθού και γ) αυξάνουν τη μονάδα μισθού σε όρους χρηματικούς.
Αυτό που επιμελώς αποφεύγεται να γραφτεί είναι πως τα (β) και (γ) σημαίνουν ό'τι αυξάνονται οι τιμές και οι ονομαστικοί μισθοί αλλά μειώνονται οι πραγματικοί μισθοί (πληθωρισμός).

Σελ.137: "η οικονομική σύνεση θα σημαίνει φθίνουσα συνολική ζήτηση και επομένως διακύβευση της ευημερίας".Πρόκειται για θολή πρόταση η οποία υπονοεί την αναγκαιότητα τόνωσης της καταναλωτικής ζήτησης ως μεθόδου οικονομικής ανάπτυξης.
Η πρόταση αποσαφηνίζεται στη σελ.145: "η απασχόληση μπορεί να αυξηθεί μόνο με την επένδυση,εκτός αν αυξηθεί η ροπή προς κατανάλωση".
"Αν οι επενδύσεις ενισχύσουν τους κλάδους που παράγουν καταναλωτικά αγαθά,η συνολική αύξηση της απασχόλησης θα είναι πολλαπλάσια" (σελ.149).
Αλλά ακόμη και "αμφίβολης χρησιμότητας δημόσια έργα,μπορεί να αποδίδουν πολλαπλά σε περίοδο σοβαρής ανεργίας" (σελ.157).Εδώ ο Κ επιβραβεύει προφανώς την πρακτική του New Deal. Πρέπει πάντως να σημειώσω ό'τι ακόμη και ο Adam Smith ,περιγράφοντας τις υποχρεώσεις της Κυβέρνησης έκανε μνεία για τα μεγάλου κόστους δημόσια έργα που αδυνατούν να φέρουν εις πέρας οι ιδιώτες.

Σελ.187: "Κερδοσκοπία είναι η πρόβλεψη της ψυχολογίας της αγοράς ενώ επιχειρηματικότητα η πρόβλεψη προσδοκώμενης απόδοσης του ενεργητικού" και "τα πράγματα γίνονται σοβαρά όταν η επιχειρηματικότητα γίνεται μια φυσαλλίδα στη δίνη της κερδοσκοπίας"."Η εισαγωγή φόρου μεταβίβασης σε όλες τις συναλλαγές θα μπορούσε να αποδειχτεί δραστικό μέτρο για την άμβλυνση της κυριαρχίας της κερδοσκοπίας".

Ο Κ ορίζει το επιτόκιο ως "το ποσοστιαίο πλεόνασμα ενός χρηματικού ποσού που συμφωνείται να καταβληθεί στο μέλλον πάνω από εκείνο που ονομάζεται τιμή άμεσης παράδοσης ή μετρητοίς του ποσού αυτού" (σελ.249).
Είναι λογικό να υπάρχει επιτόκιο αφού,ο μεν δανειολήπτης απολαμβάνει το πλεονέκτημα της άμεσης παροχής ρευστότητας την οποία δεν έχει,ο δε πιστωτής πρέπει να αποζημιωθεί για την ανάληψη κινδύνου την οποία αποδέχεται.
"Η δημιουργία νέου πλούτου εξαρτάται από το εάν η μελλοντική απόδοση φτάνει το επίπεδο του τρέχοντος επιτοκίου" (σελ.239).Ποιός αλήθεια μπορεί να διαφωνήσει? Από την άλλη μεριά όμως,μια πολιτική εκτεταμένων πιστώσεων που θα τονώσουν τη ζήτηση,δεν οδηγεί ταυτόχρονα σε μείωση των επιτοκίων (λόγω της υπερπροσφοράς χρήματος) και άρα δεν καθιστά αμφίβολες τις αποδόσεις των πιθανών επενδύσεων? Μήπως δηλαδή η τόνωση της "ροπής προς κατανάλωση" παρενοχλεί τον παράγοντα "μακροπρόθεσμη επένδυση κεφαλαίου"?

Ο Κέυνς ωστόσο προχωρά στο αποφασιστικό βήμα (σελ.246): "πιστεύω ότι μια καλώς διοικούμενη κοινωνία οφείλει να μειώσει την οριακή αποδοτικότητα του κεφαλαίου(δηλ.τα επιτόκια) κοντά στο μηδέν,ώστε να επιτύχει τις συνθήκες μιας οιωνεί στάσιμης κοινωνίας,όπου μεταβολή και πρόοδος θα προέρχονται από μεταβολές στην τεχνική,στις προτιμήσεις,στον πληθυσμό και στους θεσμούς...Αν υποθέτω σωστά,είναι συγκριτικά εύκολο να καταστήσουμε τα κεφαλαιουχικά αγαθά τόσο άφθονα,ώστε η οριακή αποδοτικότητα του κεφαλαίου να είναι μηδέν και αυτός μπορεί να είναι ο λογικότερος τρόπος για να απαλλαγούμε βαθμιαία από πολλά απ'τα επιλήψιμα χαρακτηριστικά του καπιταλισμού..."
Στο σημείο αυτό επιβάλλεται σχολιασμός.Μολονότι οι οπαδοί του,πιστώνουν στον Κέυνς τη "διάσωση του καπιταλισμού" και παρόλο που ο ίδιος,στη σελ.392 κ 394 αναφέρει την επιθμία του για "αποφυγή κοινωνικής επανάστασης" καθώς και ότι "δεν υφίσταται εμφανής λόγος για ένα σύστημα Κρατικού Σοσιαλισμού",οι πολιτικές επιπτώσεις της πρότασής του έχουν ισχυρές σοσιαλιστικές αποχρώσεις.
Τι άλλο μπορεί να είναι μια στατική κοινωνία πλήρους απασχόλησης στην οποία οι θεσμοί θα καθορίζουν τη μεταβολή και την πρόοδο? Πως μπορούν να συνυπάρχουν μεταβαλλόμενες καταναλωτικές προτιμήσεις δίχως μεταβολές στην απασχόληση? Πως είναι συμβατή η ελεύθερη επιλογή με την ελεγχόμενη παραγωγή? Ο Κέυνς δείχνει να προσπερνά το γεγονός πως ο οικονομικός σχεδιασμός έχει σοβαρές επιπτώσεις στις ατομικές ελευθερίες των πολιτών,πως οικονομική και πολιτική ελευθερία είναι αλληλένδετες.Παρόλο που χρειάζεται ισχυρή δόση κακοπιστίας για να τον χαρακτηρίσει κανείς σοσιαλιστή με την έννοια του υποστηρικτή των σοβιέτ,η πρότασή του δείχνει να υποκύπτει στην προπαγάνδα του "παράδεισου της ανύπαρκτης ανεργίας" που τόσο επιτυχημένα διακινούσε το τότε σοβιετικό μπλοκ.Αποσιωπώντας παράλληλα,εξίσου έντεχνα,τις πολιτικές επιπτώσεις του εγχειρήματος (πολιτικός ολοκληρωτισμός) αλλά και τις επιδόσεις του στον τομέα της οικονομίας (ανεπάρκεια παραγωγής βασικών αγαθών,ένδεια,γενικευμένη κοινωνική φτωχοποίηση).


Ο ίδιος ο Κ δεν τρέφει αυταπάτες για τα όρια των οικονομικών διευθετήσεων: "όπως ακριβώς μια μέτρια αύξηση στην ποσότητα του χρήματος μπορεί να ασκεί ανεπαρκή επίδραση στο μακροπρόθεσμο επιτόκιο,ενώ μια υπέρμετρη αύξηση μπορεί να επιδράσει αρνητικά στην εμπιστοσύνη,έτσι και μια μέτρια μείωση των ονομαστικών μισθών μπορεί ν'αποδειχθεί ανεπαρκής (για την απορρόφηση των ανέργων) ενώ μια υπέρμετρη μείωση θα μπορούσε να κλονίσει την εμπιστοσύνη" (σελ.289).
Και πιο αποφασιστικά: "δε θεμελιώνεται η άποψη πως μια ευέλικτη πολιτική μισθών είναι ικανή να διατηρήσει πλήρη απασχόληση,ούτε και μια νομισματική πολιτική ανοιχτής αγοράς μπορεί,χωρίς υποστήριξη να επιτύχει κάτι τέτοιο.Το οικονομικό σύστημα δεν μπορεί να αυτορρυθμίζεται" (ο.π).
Το συμπέρασμα εκφέρεται δίχως περιστροφές.Δεν αποσαφηνίζεται όμως που σταματά η "μέτρια παρέμβαση" και που αρχίζει η "υπέρμετρη".Κατά λογική συνέπεια,εφόσον η κυβερνητική παρέμβαση κρίνεται αναγκαία για τη ρύθμιση του συστήματος,είμαστε υποχρεωμένοι να προσδιορίσουμε τα όριά της κι αυτό αποδεικνύεται στην πράξη εξαιρετικά δυσχερές.
Ο Κέυνς υποστηρίζει πως "μια ανελαστική πολιτική μισθών θα διασφαλίσει βραχυχρόνια τη σταθερότητα των τιμών και την αποφυγή διακυμάνσεων στην απασχόληση.Μακροχρόνια,έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε μια πολιτική σταθερών μισθών και προοδευτικής πτώσης των τιμών (λόγω της προόδου της τεχνικής και του εξοπλισμού) και σε μια πολιτική βραδείας ανόδου των μισθών με διατήρηση σταθερών των τιμών.Γενικά,προτιμώ τη δεύτερη επιλογή" (σελ.293).
Πρόκειται όμως για θεωρητική σύλληψη.Η μεταπολεμική εμπειρία της Δύσης έδειξε πως τόσο οι ονομαστικοί μισθοί,όσο και οι τιμές,ανέρχονταν σταθερά.Οι τελευταίες αναλογικά περισσότερο,με συνέπεια τη συνεχή άνοδο του μεταπολεμικού πληθωρισμού.

Επιπλέον,έχει ο Κ επίγνωση του κινδύνου "οι αυξημένες τιμές να παραπλανήσουν τους επιχειρηματίες και να τους ωθήσουν σε αύξηση της απασχόλησης πέρα απ'το επίπεδο κερδοφορίας" (σελ.312).Ουσιαστικά το ίδιο πράγμα θα πει και ο von Mises το 1949 στο "Human Action" περιγράφοντας τη γέννηση της εμπορικής φούσκας ως αποτέλεσμα λανθασμένων πολλαπλών επιχειρηματικών επενδύσεων σε τομείς που-λόγω της διαρκούς ανόδου των τιμών-φαίνονται κερδοφόροι,χωρίς να είναι.
Συμφωνούν και σε κάτι άλλο: "η υπερβολικά μεγάλη δόση,πρόσφατα,μαθηματικών της οικονομίας δεν είναι παρά απλή επινόηση,τόσο ανακριβής όσο και οι αρχικές υποθέσεις πάνω στις οποίες στηρίζονται" (σελ.320). Και ο Mises θεωρούσε πως η ανθρώπινη πράξη (που γεννά την οικονομική συμπεριφορά) δεν μπορεί να περιγραφεί με μαθηματικούς τύπους.

Ο Κέυνς πάντως έχει πειστεί πως "η σημαντικότερη μεταβολή που πρέπει να λάβουμε υπ'όψιν,είναι η μεταβολή της ζήτησης ,τόσο πάνω στο κόστος όσο και πάνω στον όγκο παραγωγής" (σελ.317) ενώ "ο όρος υπερεπένδυση είναι διφορούμενος" (σελ.340) και ακόμη κι αν ισχύει η θεραπεία που προτείνει ο Κέυνς δεν είναι η άνοδος των επιτοκίων αλλά "η αναδιανομή εισοδημάτων και άλλοι (?) τρόποι υποκίνησης της ροπής προς κατανάλωση" (ο.π).
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια ακόμη στάση.Ο Κέυνς μοιάζει να προτείνει την αντιμετώπιση της φούσκας όχι με περιορισμό των επενδύσεων (υψηλά επιτόκια) αλλά με ακόμη περισσότερες επενδύσεις.Όχι με αποταμίευση κεφαλαίου αλλά με αναδιανομή του (προφανώς μέσω φόρων) και άλλους (ποιούς?) τρόπους τόνωσης της κατανάλωσης.
Για να χρησιμοποιήσω μια παρομοίωση,αν το άλογο που σέρνει το κάρο δείξει σημάδια κόπωσης,αντί να το ξεκουράσουμε φρενάροντάς το ή ελαφρύνοντας το φορτίο,υπάρχει και η λύση να περάσουμε το κάρο μπροστά απ'το άλογο και να το φορτώσουμε κι άλλο,ώστε το άλογο να μην έχει άλλη επιλογή από τη συνέχιση του καλπασμού! Πρόκειται ασφαλώς για ανορθόδοξη πρακτική,αλλά στην οικονομία οι ρόλοι του αλόγου και του κάρου συχνά αντιστρέφονται.Ενώ κατά κανόνα οι επενδύσεις κεφαλαίου είναι το άλογο και η κατανάλωση είναι το κάρο,ο Κέυνς υποστηρίζει πως η κατανάλωση μπορεί να παίξει το ρόλο του αλόγου,όταν οι επενδύσεις είναι μη αποδοτικές.
"Αν είναι αδύνατη εκ των πραγμάτων η αύξηση των επενδύσεων,δεν υπάρχει άλλος τρόπος διασφάλισης υψηλού επιπέδου απασχόλησης παρά μόνο η αύξηση της κατανάλωσης" (σελ.343).
Πρόκειται για πολύ σημαντική άποψη,νομίζω καινοφανή στην εποχή που διατυπώθηκε.

Επιπλέον,επειδή ο Κ αμφισβητεί τη φιλελεύθερη άποψη πως τα επιτόκια και ο όγκος των επενδύσεων αυτορρυθμίζονται,θεωρεί ότι "η πολιτική ενός αυτόνομου επιτοκίου,ανεπηρέαστου από διεθνείς περιπλοκές και ενός επενδυτικού προγράμματος κατευθυνόμενου σε ένα άριστο επίπεδο εγχώριας απασχόλησης είναι εκείνα που επιθυμούμε δυο φορές" (σελ.366) Ήδη έχει διατυπωθεί η θεωρία που υλοποιήθηκε λίγα χρόνια αργότερα,το 1944, με τη συμφωνία στο  Bretton Woods το σύστημα δηλαδή σταθερών νομισματικών ισοτιμιών που ίσχυσε μέχρι το 1971.
Αυτό και μόνο θα αποτελούσε από μόνο του επαρκή απόδειξη για την κυριαρχία των ιδεών του Κέυνς στη Δύση κατά τις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

Φυσικά,αυτή η προτίμηση προς την κατανάλωση,είναι αναγκαίο να δικαιολογηθεί και ως ηθική επιλογή,σε ένα κόσμο που μέχρι τότε είχε ασπαστεί την προτεσταντική ηθική της αποταμίευσης και του μετρημένου βίου ως προϋποθέσεων της οικονομικής ευμάρειας.Ο Κέυνς θα προσφύγει στο "Μύθο των Μελισσών" (Fable of the Bees) του Mandeville  για να εκμαιεύσει ως ηθικό δίδαγμα πως
"Μόνο η Αρετή,δεν εξασφαλίζει για τα Έθνη
Μεγαλοπρεπή ζωή.Εκείνοι που θα αναβιώσουν
ένα Χρυσό Αιώνα πρέπει να είναι ελεύθεροι,
τόσο για την Ασωτία όσο και για την Τιμιότητα" (σελ.376)
Ενώ θα επικαλεστεί και τον Malthus  και τις "Αρχές Πολιτικής Οικονομίας" (Principles of Political Economy) (σελ.379)
"Πρέπει να υπάρχει μια ενδιάμεση κατάσταση,αν και τα μέσα της πολιτικής οικονομίας μπορεί να μην είναι σε θέση να τη διακριβώσουν,η οποία ενσωματώνοντας τόσο τη δυνατότητα για παραγωγή όσο και τη θέληση για κατανάλωση,ενθαρρύνει τα μέγιστα την αύξηση του πλούτου".
Αν η οικονομία δεν αρκεί,το αβίαστο συμπέρασμα είναι πως χρειάζεται η πολιτική παρέμβαση.

Ο Κέυνς προβαίνει στα καταληκτικά σχόλια: "οι κεντρικοί έλεγχοι που είναι αναγκαίοι για τη διασφάλιση της πλήρους απασχόλησης,θα συνεπάγονται φυσικά σημαντική διεύρυνση των παραδοσιακών λειτουργιών του Κράτους...Θα παραμένει όμως ακόμη ένα ευρύ πεδίο για την άσκηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και ευθύνης,εντός του οποίου τα παραδοσιακά πλεονεκτήματα του ατομικισμού θα ισχύουν οπωσδήποτε" (σελ.395).
Νομίζω πως το σχόλιο αυτό σκιαγραφεί πλήρως τις Δυτικές κοινωνίες από το 1945 μέχρι σήμερα,ασφαλώς με διακυμάνσεις στο μίγμα κρατικής παρέμβασης/ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Είναι γεγονός πως,μετά την κατάργηση του Bretton Woods και το στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του '70, ο Κεϋνσιανισμός άρχισε να υποχωρεί και οι νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις των Hayek και Friedman κέρδισαν έδαφος,τουλάχιστον σε ΗΠΑ/Βρεττανία όπου και υλοποιήθηκαν σε κάποιο βαθμό από τις πολιτικές Reagan και Thatcher αντίστοιχα.

Είναι επίσης γεγονός πως ο κόσμος σήμερα είναι εντελώς διαφορετικός απ'ότι πριν 70 χρόνια,όταν ο Keynes έγραφε τη "Γενική Θεωρία".
Τώρα,μεσούσης της παγκόσμιας κρίσης χρέους,όσοι προσπαθούμε εναγωνίως να βρούμε διέξοδο "εντός του συστήματος" χρήσιμο είναι να έχουμε υπ'όψιν μας τις βασικές ιδέες που διατυπώθηκαν στη "Γενική Θεωρία",είτε θεωρούμε εαυτούς φιλελεύθερους είτε σοσιαλδημοκράτες.
Πιστεύω πως,ο ιδεολογικός αγώνας με τους οπαδούς των "εξωσυστημικών λύσεων" (δεξιών και αριστερών) θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό απ'το αν θα κατορθώσουμε να αρθρώσουμε αξιόπιστη και λειτουργική πρόταση.
Το μέλλον θα δείξει.Μόνο που οι λύσεις πρέπει να βρεθούν σύντομα.
Μακροπρόθεσμα άλλωστε,όπως έγραψε κι ο Κέυνς,είμαστε όλοι νεκροί...

28/4/2013



3 comments:

  1. Eίναι πραγματικά αξιοθαύμαστη η προσπάθεια σου να παρουσιάσεις κριτικά τόσο μεγάλα και σημαντικά έργα, όπως έχεις κάνει και πολλές φορές στο παρελθόν. Νομίζω ότι ο Κέυνς υπήρξε πιο ευέλικτος διανοητικά, λιγότερο δογματικός και πιο πραγματιστής από άλλους φιλελεύθερους φιλοσόφους και οικονομολόγους. Οι μεταπολεμικές δυτικές κοινωνίες έως το ΄75-΄80 ήταν κοινωνίες ανάπτυξης αλλά και άμβλυνσης των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων. Από το ΄80 και μετά οι ανισότητες ξαναφουντώνουν για να οδηγηθούμε στην τρέχουσα κρίση. 'Ενας σύγχρονος Κέυνς θα ήταν νομίζω χρήσιμος...


    Προς μια νέα οικονομική θεωρία. Του Πάσχου Μανδραβέλη. 28/04/2013

    ReplyDelete
  2. Πολύ καλή ανάλυση, με απλά και στοχευμένα σχόλια. Οι οικονομικές θεωρίες αυτού του ανθρώπου, αν και γράφτηκαν πριν από 100 χρόνια περίπου, είναι πάντα επίκαιρες κι αν συνδυαστούν με την σημερινή πραγματικότητα, θα γίνουν άλματα για την οικονομική και κοινωνική ευημερία.

    ReplyDelete